ξεψύχισμα
Grčki
urediImenica
urediξεψύχισμα (ksepsikhisma) s.
Deklinacija
urediDeklinacija: ξεψύχισμα
Jednina (ενικός) | Množina (πληθυντικός) | |
---|---|---|
Nominativ (ονομαστική) | το ξεψύχισμα | τα ξεψυχίσματα |
Genitiv (γενική) | του ξεψυχίσματος | των ξεψυχισμάτων |
Akuzativ (αιτιατική) | το ξεψύχισμα | τα ξεψυχίσματα |
Vokativ (κλητική) | ξεψύχισμα | ξεψυχίσματα |