μπανάνα
Grčki
urediImenica
urediμπανάνα (banána) ž.
- (Botanika) banana
Deklinacija
urediDeklinacija: μπανάνα
Jednina (ενικός) | Množina (πληθυντικός) | |
---|---|---|
Nominativ (ονομαστική) | η μπανάνα | οι μπανάνες |
Genitiv (γενική) | της μπανάνας | των μπανάνων |
Akuzativ (αιτιατική) | την μπανάνα | τις μπανάνες |
Vokativ (κλητική) | μπανάνα | μπανάνες |