ψυχή
Grčki
urediEtimologija
uredi- Od starogrčkog ψυχή.
Imenica
urediψυχή (psikhí) ž.
Deklinacija
urediDeklinacija: ψυχή
Jednina (ενικός) | Množina (πληθυντικός) | |
---|---|---|
Nominativ (ονομαστική) | η ψυχή | οι ψυχές |
Genitiv (γενική) | της ψυχής | των ψυχών |
Akuzativ (αιτιατική) | την ψυχή | τις ψυχές |
Vokativ (κλητική) | ψυχή | ψυχές |