κόμπος
Grčki uredi
Imenica uredi
κόμπος (kómpos) m.
Deklinacija uredi
Deklinacija: κόμπος
Jednina (ενικός) | Množina (πληθυντικός) | |
---|---|---|
Nominativ (ονομαστική) | ο κόμπος | οι κόμποι |
Genitiv (γενική) | του κόμπου | των κόμπων |
Akuzativ (αιτιατική) | τον κόμπο | τους κόμπους |
Vokativ (κλητική) | κόμπε | κόμποι |